Το σύστημα Braille που διευκολύνει τη γραφή και την ανάγνωση για άτομα με προβλήματα όρασης.
Γράφει η Νικολέτα Χατζηιωακειμίδου
Η ανάγνωση και η γραφή είναι δύο βασικές δεξιότητες που μας διδάσκονται από πολύ μικρή ηλικία, καθώς η εκμάθησή τους είναι ζωτικής σημασίας για την εξέλιξή μας. Ωστόσο, δεν μπορούν όλοι να διαβάζουν και να γράφουν με τον ίδιο τρόπο. Τα προβλήματα όρασης ή η οπτική αναπηρία εμποδίζουν τα άτομα να διαβάζουν και να γράφουν με τον παραδοσιακό τρόπο: με μελάνι και χαρτί. Σε αυτό το πρόβλημα έρχεται να δώσει λύση η γραφή Braille, η οποία τους επιτρέπει να έχουν πρόσβαση στη γνώση μέσω της αφής.
Η ιστορία της γραφής braille
Για να γνωρίσουμε την προέλευση της μεθόδου που έφερε επανάσταση στη ζωή των ατόμων με προβλήματα όρασης, είναι απαραίτητο να ταξιδέψουμε στη Γαλλία στα μέσα του 19ου αιώνα. Πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο Λουί Μπράιγ (Louis Braille), γεννημένος στο χωριό Κουπβρέ το 1809, ο οποίος, σε ηλικία μόλις 3 ετών, έπαθε ένα ατύχημα παίζοντας με τα εργαλεία του πατέρα του. Σιγά σιγά άρχισε να χάνει την όρασή του και σε ηλικία 5 ετών ο μικρός Λουί ήταν ήδη εντελώς τυφλός.
Οι γονείς του δεν ήθελαν η κατάστασή του να τον εμποδίσει να πάει σχολείο, όπως κάθε άλλο παιδί, έτσι παρά τις δυσκολίες που πέρασε συνέχισε κανονικά στο σχολείο, αν και πάντα μειονεκτούσε έναντι των άλλων παιδιών ακριβώς επειδή δεν μπορούσε να διαβάσει ή να γράψει. Σε ηλικία 10 ετών, έλαβε υποτροφία και γράφτηκε στο Βασιλικό Ινστιτούτο Τυφλών Νέων στο Παρίσι.
Αν και ήταν ένα μέρος προσαρμοσμένο στις ανάγκες του, το σύστημα ανάγνωσης ήταν ακόμα πολύ υποτυπώδες: τα βιβλία ήταν τυπωμένα με ανάγλυφα χοντρά γράμματα με το σύστημα γραφής που εφευρέθηκε από τον ιδρυτή του σχολείου, Βαλεντίν Χάουι.
Ευτυχώς, το 1821 η κατάσταση άλλαξε. Ο Κάρολος Μπαρμπιέρ, λοχαγός του Γαλλικού Στρατού, επισκέφτηκε το σχολείο για να δείξει στα παιδιά μία εφεύρεση που την ονόμαζε: «Η γραφή της Νύκτας». Επρόκειτο για ένα σύστημα απτικής ανάγνωσης με το οποίο οι στρατιώτες μπορούσαν να διαβάσουν μηνύματα στο σκοτάδι χωρίς να γίνονται αντιληπτοί από τον εχθρό. Αφού την εφάρμοσε, του πέρασε από το μυαλό ότι ίσως αυτή η μέθοδος θα μπορούσε να είναι χρήσιμη και για τους τυφλούς, και δεν είχε άδικο.
Σε αντίθεση με την προηγούμενη μέθοδο ανάγνωσης, η οποία χρησιμοποιούσε ανάγλυφα γράμματα, ο Μπαρμπιέρ χρησιμοποίησε υπερυψωμένες κουκκίδες και παύλες. Οι μαθητές πειραματίστηκαν με αυτόν τον νέο τρόπο ανάγνωσης, αλλά επειδή ήταν πολύ περιορισμένος και δεν περιλάμβανε κεφαλαία γράμματα ή σημεία στίξης, τα παράτησαν και τον εγκατέλειψαν. Όλοι εκτός από τον Λουί Μπράιγ, ο οποίος πίστευε ότι θα ήταν χρήσιμο εάν γίνονταν κάποιες αλλαγές σε αυτόν. Ως εκ τούτου, κράτησε τη βάση του συστήματος και την τελειοποίησε, μέχρι που, σε ηλικία 15 ετών, ολοκλήρωσε το δικό του σύστημα. Το 1829 δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο σε Braille. Δύο χρόνια μετά τον θάνατό του από φυματίωση το 1852, η Γαλλία υιοθέτησε το σύστημα Braille ως επίσημο σύστημα επικοινωνίας για τυφλούς. Σταδιακά, εισήχθη και σε άλλες χώρες και περιοχές του κόσμου.
Σύστημα Braille
Το σύστημα Braille χρησιμοποιεί ανάγλυφες κυψέλες κουκκίδων. Είναι τοποθετημένες ανά τρεις και με αυτές γίνονται 63 συνδυασμοί. Το μέγεθος είναι επαρκές, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να αισθανθεί τα σημεία στην άκρη του δακτύλου με ένα μόνο άγγιγμα κι έτσι, να μπορεί να γνωρίζει γρήγορα ποιο γράμμα, αριθμός ή σύμβολο είναι. Η παρουσία ή η απουσία κουκκίδων μας επιτρέπει να αναγνωρίσουμε τον χαρακτήρα που έχουμε μπροστά μας. Με αυτόν τον τρόπο, διαμορφώνεται ένας πίνακας 63 συνδυασμών (γράμματα και σημεία στίξης), στους οποίους προστίθενται διαφοροποιητικά σύμβολα για να υποδείξουν κεφαλαία γράμματα ή αριθμούς, ή άλλους ειδικούς χαρακτήρες.
Η γραφή Braille διαβάζεται από αριστερά προς τα δεξιά και από πάνω προς τα κάτω, όπως ακριβώς και η γραφή των «βλεπόντων». Το σύστημα Braille δεν είναι γλώσσα, αλλά γραφή, επομένως μπορεί να προσαρμοστεί εύκολα σε διαφορετικές γλώσσες. Υπάρχουν 2 εκδοχές του ελληνικού κώδικα. Ο «κώδικας μπράιγ της ελληνικής γλώσσας», ο οποίος χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της κανονικής επικοινωνίας και ο «διεθνής κώδικας μπράιγ της ελληνικής γλώσσας», ο οποίος χρησιμοποιείται στα αγγλικά και σε άλλες γλώσσες διεθνώς για την αναπαράσταση των ελληνικών γραμμάτων στα μαθηματικά ή και για την πολυτονική γραφή της ελληνικής γλώσσας σε μπράιγ και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις.
Για να μπορούν τα άτομα με προβλήματα όρασης να διαβάσουν ένα κείμενο, πρέπει να μεταγραφεί σε γραφή μπράιγ. Αρχικά το κείμενο ψηφιοποιείται και στη συνέχεια διαβιβάζεται σε ένα πρόγραμμα επεξεργασίας μπράιγ, το οποίο δημιουργεί ένα αρχείο έτοιμο να εκτυπωθεί. Μετά από αυτό το ταξίδι στην ιστορία και τις εφαρμογές της γραφής μπράιγ, είναι σαφές ότι η δημιουργία και η εφαρμογή αυτού του συστήματος αντιπροσώπευε μια άνευ προηγουμένου πρόοδο για τους ανθρώπους με οπτική αναπηρία.
Αυτή η μέθοδος γραφής ανέτρεψε το εμπόδιο της προσβασιμότητας και τους επέτρεψε να διαβάζουν και να γράφουν αυτόνομα και χωρίς μεσάζοντες. Με αυτό, άνοιξε η πόρτα σε κάθε είδους πληροφορίες, καθιστώντας τους πιο ανεξάρτητους και βελτιώνοντας την κοινωνική τους ένταξη. Όλα αυτά, τα οφείλουμε σε εκείνον τον νεαρό που αρνήθηκε να τα παρατήσει και ήθελε, με κάθε τρόπο, να έχει πρόσβαση σε όλα.