Μια ματιά στην γαλλική ποίηση – Απολλιναίρ
Γράφει η Εμμανουέλα Αλεξάνδρου
Ποιος ήταν, τελικά, ο Απολλιναίρ; Γάλλος, Ιταλός, Πολωνός; Ίσως και ο ίδιος να μην ήταν σίγουρος, ή ίσως, να ήταν ένα συνονθύλευμα πολιτισμών, ένα κράμα από πολλές κουλτούρες που δημιούργησαν μία από τις πιο εμβληματικές προσωπικότητες της γαλλικής λογοτεχνίας.
Χαρακτηριστική φιγούρα της μποέμ ζωής του Παρισιού, επηρεασμένος από τον συμβολισμό, λάτρης των νέων τεχνικών, πρόδρομος του σουρεαλισμού, πρωτοπόρος του θεάτρου του παραλόγου, εισηγητής του όρου «κυβισμός», σκανδάλισε τόσο με τα ερωτικού περιεχομένου βιβλία όσο και με την τόλμη που διακατείχε ευρύτερα το λογοτεχνικό του έργο.
Όλα αυτά, όμως, είναι στοιχεία που αναζητείς και βρίσκεις εύκολα στο διαδίκτυο. Αυτό που πραγματικά έχει ενδιαφέρον είναι να φανταστούμε και να ψυχογραφήσουμε την καλλιτεχνική του αύρα, όχι απλά συλλέγοντας στοιχεία της ζωής του που αδιαμφισβήτητα συμβάλλουν στην κατανόηση της πραγματικότητάς του, αλλά μέσω των δικών του λέξεων.
Ενδεχομένως, με αυτόν τον τρόπο, να αισθανθούμε τον ερωτισμό της ποίησής του, τον έντονο συναισθηματισμό του. Πιθανόν, να καταλήξουμε σε λάθη, αλλά τι θα ήταν η ποίηση αν όχι μία αφετηρία έμπνευσης και λυρικού προβληματισμού;
Το στόμα μου θα είναι βάραθρο με θειάφι καυτό
Θα βρεις το στόμα μου κόλαση αποπλάνησης κι απόλαυσης
Οι άγγελοι του στόματός μου θα θρονιαστούν στην καρδιά σου
Οι στρατιώτες του στόματός μου θα σου επιτεθούν αιφνιδιαστικά
Οι παπάδες του στόματός μου θα λιβανίζουν την ομορφιά σου
Ξεκινώντας με το ίδιο του το στόμα, συνειδητοποιούμε ότι πρόκειται να ακολουθήσει μία προσωπική εμπειρία του ποιητή, κάτι έντονο μιας και το χαρακτηρίζει βάραθρο και, αργότερα, κόλαση. Δεν αργούμε να αντιληφθούμε ότι παραλήπτης του μηνύματος είναι κάποιο ερωτικό υποκείμενο που λειτουργεί ως Μούσα και πηγή φαντασίωσης για τον ποιητή. Η λέξη «βάραθρο», ίδιας ρίζας με την λέξη βιβρώσκω (καταβροχθίζω), όπως και η αναφορά στο θειάφι (θείο), ένα πολύ επικίνδυνο στοιχείο που προκαλεί ασφυξία, προδίδουν ξεκάθαρα την ένταση και την ανάγκη του Απολλιναίρ για την Μούσα του. Δηλώνει με άμεσο τρόπο ότι όχι μόνο έχει ανάγκη να αποπλανήσει την αγαπημένη του, αλλά και να μοιραστούν την απόλαυση αυτή. Θεωρεί ότι όλα τα συναισθήματα που θα της προκαλέσει θα «θρονιαστούν» μέσα της καθώς με όλα αυτά θα γίνουν «αιφνιδιαστικά» διακατεχόμενοι και οι δυο από έναν «επιθετικό» ρομαντισμό.
Η αναφορά σε στρατιώτες και σε αρκετές λέξεις φορτισμένες με πολεμική χροιά συμβαίνει μιας και ο Απολλιναίρ εθελοντικά είχε καταταγεί στον γαλλικό στρατό, όπου και είχε επιστρέψει τραυματισμένος.
Συνεχίζει, αναφέροντας ότι οι ίδιοι οι «παπάδες» θα θυμιατίσουν το κάλλος της κοπέλας, δείχνοντας έτσι την υποταγή του σε κάτι θεϊκά σταλμένο.
Η ψυχή σου θα πάλλεται σαν μια περιοχή σεισμού
Τα μάτια σου θα έχουν τότε φορτωθεί όλον τον έρωτα
Της ανθρωπότητας συσσωρευμένον από πρωτόγονα χρόνια
Χαρακτηριστικά, οι μόνες αναφορές που γίνονται στην κοπέλα είναι στην ψυχή και το βλέμμα. Καθόλου τυχαίο μιας και ό,τι υπάρχει μέσα μας προβάλλεται από τα μάτια. Στο σημείο αυτό, έκανα μία τολμηρή σκέψη σχετικά με την χρήση της λέξης «ψυχή». Γνωρίζουμε ότι για την αρχαιότητα, ψυχή σήμαινε πεταλούδα. Τι και αν στους προηγούμενους στίχους παρακολουθήσαμε την μεταμόρφωση αυτής της πεταλούδας, η οποία είναι η αγαπημένη του Απολλιναίρ;
Αρχικά, ο ποιητής με το στόμα του «καυτό» θα ταρακουνήσει και θα προκαλέσει την εκκόλαψη της προνύμφης, αποπλανώντας την, θα αρχίσει να υφαίνει το δικό της κουκούλι έως την αιφνίδια «επίθεση» του ποιητή. Πλέον μεταμορφωμένη σε χρυσαλλίδα, σε θάλλουσα ύπαρξη, θα γιορτάσει την απελευθέρωσή της με έναν αιθέριο χορό. Μαζί της θα γιορτάσουν και θα υμνήσουν, όλοι, την ομορφιά της. Τι και αν η αγαπημένη του ποιητή δέχεται μια πρό(σ)κληση υπαρξιακής απελευθέρωσης με τη βοήθεια του ίδιου; Τι και αν στους πρώτους στίχους, γίναμε μάρτυρες μίας μεταμόρφωσης τόσο της εμφάνισης όσο και του πνεύματος; Τα στάδια της πεταλούδας, στον ελεύθερο κόσμο της ποίησης θα μπορούσαν να περιγράφουν την αλλαγή και το πέρασμα μίας κοπέλας από τον παιδικό στον ενήλικο, γυναικείο κόσμο.
«Τότε», γράφει ο ποιητής, η Μούσα του θα αισθανθεί «συσσωρευμένο» όλο τον έρωτα που έχει ζήσει η ανθρωπότητα από αρχαιοτάτων χρόνων.
Το στόμα μου θα είναι μια στρατιά αντίπαλή σου
Μια απειθάρχητη στρατιά αλλάζοντας καθώς ένας
Ταχυδακτυλουργός το σχήμα και τον αριθμό της
Προσδίδοντας την αντιπαλότητα, για ακόμα μία φορά, μπορούμε να αναλογισθούμε το πάθος του δημιουργού προς την αγαπημένη του. Δίχως κανόνες, απειθάρχητα, με λίγη μαγεία που ένας «ταχυδακτυλουργός» θα μπορούσε να δημιουργήσει και σε κατάσταση πολεμικής αναταραχής, συνειδητοποιούμε την ψυχική ένταση πίσω από τις λέξεις.
Η ορχήστρα και η χορωδία του στόματός μου θα ψάλλει
Την αγάπη μου θα σου τη μουρμουρίζει από μακριά
Ένας ψαλμός σταλμένος από «μακριά», ίσως κάποιο πεδίο μάχης, θα εξυμνεί και θα εξιστορεί ποιητικά την αγάπη που ποιητή μετατρέποντάς την σε ανάγκη για τραγούδι.
Κι εγώ όρθιος με μάτια καρφωμένα στο χρονόμετρο
Θα ορμήσω για έφοδο
Ο τελευταίος στίχος λειτουργεί σε αντιδιαστολή με όλους τους παραπάνω, σαν μια νοερή παύση που επαναφέρει στην εμπόλεμη πραγματικότητα τον ερωτευμένο ποιητή. «Όρθιος», βιαστικός, ανήσυχος κοιτάζει συνεχώς το «χρονόμετρο» και, ανά πάσα στιγμή, είναι έτοιμος να πολεμήσει. Τότε όλες οι σκέψεις θα κλεισθούν ερμητικά στην καρδιά του, έχοντας κάνει σαφές ότι λειτούργησαν σαν ένας αναστεναγμός ελπίδας μέσα στη ζοφερότητα τη μάχης.
Ο Απολλιναίρ σε αυτό το ποίημα θα λέγαμε ότι κάνει μία ερωτική δήλωση, περιγράφοντας κυρίως την δική του πλευρά. Η αναφορά στο στόμα του, άρα στον εαυτό του γίνεται εφτά φορές, ενώ η αναφορά στην κοπέλα δύο φορές (ψυχή, μάτια). Δύσκολα θα υποθέταμε ότι αυτό πηγάζει από εγωισμό και απουσία ενδιαφέροντος των συναισθημάτων της κοπέλας. Ολόκληρο το ποίημα πηγάζει από και προς την ίδια, εκφράζοντας με ανυπόμονο πάθος την προσμονή και νοσταλγία στην θύμησή της.
Ολοκληρώνοντας τις σκέψεις αυτές, καταλήγω αναπόφευκτα σε νέο ερώτημα: Ποια είναι τελικά η διαφορά ανάμεσα στον έρωτα και τον πόλεμο;
Ίσως και καμία απολύτως. Αιφνίδια ακούς τις σφαίρες αμφότερων κάτω από τους σκοτεινούς, νυχτερινούς ουρανούς. Δίχως προετοιμασία γεμίζεις τους πνεύμονές σου με ανάσες αυταπάτης για ένα μέλλον δικό σου, κερδισμένο. Κάθε μέρα ενδίδεις περισσότερο έως να αφομοιωθεί το ύστατο κύτταρό σου σε αυτήν την μάχη σωμάτων. Τα κορμιά παθιάζονται, ενώνονται και εκρήγνυνται υπό την ατέρμονη κατεδάφιση των συναισθηματικών σου οχυρών. Πανηγυρίζεις την κάθε μικρή νίκη και με λόγια ματαιόδοξα επιδιώκεις να πείσεις ολάκερη την ύπαρξή σου ότι κερδίζεις. Τα βράδια, όμως, που μένεις μονάχος αφού έχεις κυλήσει σε λασπερά, ηττημένα εδάφη· αγκομαχώντας απαριθμείς τις απώλειες.
Παρακαλείς να σου φτάσουν οι ανάσες, λίγο ακόμα, για να μην τελειώσει άδοξα ο πόλεμος. Ώσπου σβήνουν και αυτές, εγκλωβισμένος πια προσπαθείς να χτίσεις πέτρα-πέτρα ό,τι γκρεμίστηκε. Έως την επόμενη ιαχή πολέμου.
ΣΗΜ.: Ο διαχωρισμός των στίχων έγινε από την αρθρογράφο για διευκόλυνση της ανάλυσής τους.
Μια ματιά στην γαλλική ποίηση – Απολλιναίρ