Σήμερα στους Θεματοφύλακες Λόγω Τεχνών, έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε τη συγγραφέα Μαίρη Κόντζογλου. Ας την γνωρίσουμε.
Συνέντευξη
Μ.Κ.: Αγαπώ την ιστορία και τη μελετώ, όπως και τη μυθολογία. Είναι επόμενο να βρίσκω ενδιαφέροντα θέματα, που μακάρι να μπορούσα να τα γράψω όλα.
Και πάμε στις «Μαγεμένες»… Πραγματικά ένιωσα έκπληξη όταν διάβασα στο εισαγωγικό σας σημείωμα ότι οι «Μαγεμένες» ήταν ένα μνημείο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Έχοντας ζήσει τα φοιτητικά μου χρόνια εκεί και λίγο παραπάνω, ποτέ δεν άκουσα την ιστορία τους. Μάλιστα, μπήκα στον πειρασμό να ψάξω για «αυτές». Πόσο εύκολο ήταν να συλλέξετε πληροφορίες για ένα μνημείο το οποίο δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό; Το υλικό της έρευνάς σας θα ήταν πιστεύω περιορισμένο.
Μ.Κ.: Το υλικό για τη συγγραφή των ΜΑΓΕΜΕΝΩΝ δεν είναι παρά οι επιστολές που έγραφε ο ίδιος ο απαγωγέας στη σύζυγό του, καθ’ όλη τη διάρκεια της αποξήλωσης του μνημείου. Και η μοναδική πηγή στην οποία υπάρχουν είναι του μεγάλου μας ιστορικού Απόστολου Βακαλόπουλου.
Αυτό το οποίο προσωπικά με ενθουσίασε στο βιβλίο ήταν ότι καταφέρατε να συνδυάσετε την ιστορία με τη μυθοπλασία. Ούτε για μία στιγμή δεν ένιωσα να με κουράζει σκεπτόμενη πολλά ιστορικά στοιχεία ή πολύ «αισθηματικό». Πώς το καταφέρατε αυτό;
Μ.Κ.: Δυσκολεύομαι να απαντήσω… Φοβάμαι πως ίσως «ακουστεί» εγωιστικό. Με γνώση του θέματος και γνώση της γραφής.

Μ.Κ.: Δύσκολο δεν είναι τίποτα αν υπάρχει θέληση. Σίγουρα όμως διαβάζοντας ένα άρτιο ιστορικά και συγγραφικά μυθιστόρημα μπορείς να μάθεις, και μάλιστα με πολύ πιο ευχάριστο τρόπο.
Η Θεσσαλονίκη του 1864, η Θεσσαλονίκη των Εβραίων, των Τούρκων και των Ελλήνων. Τρεις φυλές, τρεις Θεοί, τρεις πολιτισμοί. Θα περίμενα να έχετε αναφέρει περισσότερα στοιχεία για τη συμβίωση, τις καθημερινές συνήθειες των ανθρώπων, την αλληλεπίδραση των κατοίκων μεταξύ τους. Ωστόσο, δεν επικεντρωθήκατε μόνο σε αυτό το κομμάτι. Σκοπός σας ήταν να τονίσετε περισσότερο το θέμα της κλοπής των «Μαγεμένων» και τον αγώνα των κατοίκων να τις σώσουν;
Μ.Κ.: Ακριβώς. Το θέμα μου ήταν η απαγωγή των Μαγεμένων και όχι η Θεσσαλονίκη εκείνη την εποχή.
Μ.Κ.: Ήταν σίγουρα θέμα άγνοιας στις περισσότερες περιπτώσεις, όπως και θέμα επιβίωσης. Εννοείται όμως πως τότε, όπως και σήμερα άλλωστε, υπήρχαν άνθρωποι που μπροστά στο κέρδος δεν σταματούσαν με τίποτα.
Ο Μιλλέρ, δεν σας κρύβω πως με εξόργισε. Δεν μπόρεσα να τον δω ως έναν ρομαντικό αρχαιολόγο, ο οποίος είχε σκοπό να «σώσει» τις «Μαγεμένες». Πιστεύετε ότι μέσα από τα γράμματά του εξέφραζε αγάπη για την ιστορία ή απλά ήταν ένας αρχαιοκάπηλος, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο την επιθυμία του Σουλτάνου να έχει άριστες σχέσεις με τους ηγέτες της Δύσης;
Μ.Κ.: Ακριβώς. Ο Μιλλέρ ήταν ένας «βουλιμικός» αρχαιολάτρης. Δεν του έφτανε να ανακαλύψει, αποκαλύψει και θαυμάσει τις αρχαιότητες, ήθελε να τις κάνει κτήμα του. Ή έστω κτήμα του βασιλιά του.
Και πράγματι, είναι ολοφάνερο από τις επιστολές του πως δεν θεωρούσε πως άξιζαν αυτές οι ομορφιές σε αμόρφωτους σκλάβους.
Συνέντευξη με τη Μαίρη Κόντζογλου
Μ.Κ.: Νομίζω πως ήταν πολύ δύσκολο κυρίως γιατί ήταν σκλάβοι. Αλλά οι μεγάλες αξίες γεννούν και μεγάλες πράξεις.

Μ.Κ.: Η γνώση γενικά ανεβάζει τον άνθρωπο μερικά σκαλιά παραπάνω στην ύπαρξη. Πόσο μάλλον η γνώση του παρελθόντος όταν μάλιστα είναι τόσο ένδοξο. Γιατί όλα είναι μια συνέχεια, όσο παράξενο κι αν μας φαίνεται αυτό.
Κλείνοντας, και αφού σας ευχαριστήσω για το όμορφο ταξίδι που μου προσφέρατε μέσα από τις «Μαγεμένες» και για τον χρόνο που αφιερώστε για τη συνέντευξή μας, θα ήθελα να μας πείτε ποιο είναι το μήνυμα που θέλατε να περάσετε στους αναγνώστες μέσα από τις «Μαγεμένες».
Η λευτεριά είναι το μήνυμα. Η λευτεριά σε όλες τις εκφάνσεις της. Είτε σαν λαός, είτε σαν άνθρωπος. Ο ελεύθερος άνθρωπος μπορεί να μεγαλουργήσει. Ας αποτινάξουμε από πάνω μας τα βάρη μας.
Επεξεργασία εικόνας: Παναγιώτα Γκουτζουρέλα