Στη σημερινή συνέντευξη στους Θεματοφύλακες Λόγω Τεχνών, ο εκπαιδευτικός και συγγραφέας Μιχαήλ Μιχαλιός μας μιλά με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του «Το χέρι» από τις Εκδόσεις Πνοή.
Συνέντευξη
Ρωτάει η Αγγελίνα Παπαθανασίου
Καλησπέρα σας. Ευχαριστούμε πολύ για τη συνέντευξη που μας παραχωρείτε. «Το χέρι» είναι το νέο σας βιβλίο που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πνοή, το δεύτερο στον ίδιο εκδοτικό, το τέταρτο συνολικά. Σε μια προηγούμενη συνέντευξή σας είχατε αναφέρει: «Θέλω να “στιγματιστώ” στον χώρο της νουβέλας». Μετά από δυο νουβέλες, παρουσιάσατε στο αναγνωστικό κοινό δυο μυθιστορήματα. Πώς προέκυψε αυτή η αλλαγή;
Μ.Μ.: Η απάντηση εμπεριέχεται στην ερώτησή σας – προέκυψε. Γράφω χωρίς προσχέδιο και, κατά συνέπεια, η ιστορία και οι ήρωες με ξετρόχιασαν από τα μονοπάτια της νουβέλας στις λεωφόρους του μυθιστορήματος. Για μένα το «γράφω» δεν σημαίνει «πηγαίνω κάπου», αλλά «περιφέρομαι κι όπου με βγάλει». Για μένα, η πένα δεν είναι ένα ακόντιο με στόχο, περισσότερο την καβαλικεύω σαν μαγική σκούπα. Και το προτιμώ αυτό, γιατί μου επιτρέπει να διαγράφω τη δική μου τροχιά στον χώρο αυτό και να διαμορφώνω την προσωπική μου συγγραφική ταυτότητα.
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για να γεννηθεί ο ήρωας του νέου σας βιβλίου, Αλέξανδρος Βαρδάκης; Υπήρξε κάποιος από τους ήρωες που σας δυσκόλεψε περισσότερο κατά τη διάρκεια της συγγραφής;

Μ.Μ.: Στην ουσία ήταν μια συγγραφική αφετηρία – η αναζήτηση ενός επαγγέλματος μεγαλοαστικού χαρακτήρα, που θα αισθητοποιούσε πιο εμφατικά τη μεταστροφή της ζωής του ήρωα. Επέλεξα τελικά αυτό του δικηγόρου, γιατί μου έδινε τη δυνατότητα να εκκεντρίσω πάνω του περισσότερες ιστορίες. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, οι ήρωες και η γλώσσα του έργου είναι οι μεγαλύτεροι αντίπαλοι του συγγραφέα. Αρχικά, κάθε χαρακτήρας πρέπει να έχει τη δική του υπογραφή και μοναδικότητα. Ακολούθως, πρέπει να χτίσεις επαρκώς τους ήρωες, αν δεν τους γνωρίσεις ως το μεδούλι τους ο ίδιος, αν δεν τους αγαπήσεις ή δεν τους μισήσεις, τότε θα είναι απλές, αδιάφορες σκιές στους λευκούς τοίχους των σελίδων. Για μένα, ως αναγνώστη, ένα βιβλίο είναι καλό όταν θέλεις να ρίξεις γροθιά ή να γνωρίσεις όχι τον συγγραφέα, αλλά κάποιον ήρωά του.
Πολλά τα μηνύματα που φτάνουν στους αναγνώστες μέσω των ηρώων σας. Ένα από αυτά, που δυστυχώς ξεχνάμε συνεχώς, είναι ότι η ζωή είναι εντυπωσιακά απρόβλεπτη. Όλα μπορούν να ανατραπούν από τη μια στιγμή στην άλλη. Τι θα θέλατε να μείνει στον αναγνώστη φτάνοντας στην τελευταία σελίδα;
Μ.Μ.: Όπως γνωρίζετε, όλα μου τα βιβλία ως τώρα μπορούν να χαρακτηριστούν επιδραστικά, να είναι συνάμα κι ένα κοινωνικό σχόλιο, κάτι που το επισημαίνουν και οι κριτικές τους. «Το χέρι», πιο συγκεκριμένα, ψηλαφεί πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης, διαχρονικές και επίκαιρες μαζί. Το απόσταγμα του βιβλίου είναι οι αναγνώστες να συνειδητοποιήσουν και να ενστερνιστούν αυτή τη ρευστότητα, το ευμετάβλητο της ζωής. Κι αυτό έχει διπλό όφελος για τις δύσκολες στιγμές· καρτερικότητα κι ελπίδα για τις καλές.
Διαβάστε την άποψή μας για το βιβλίο: Το χέρι
Σε κάθε βιβλίο σας φροντίζετε να αναδεικνύετε τον πλούτο της γλώσσας μας. Είστε ένας άοκνος τεχνίτης της. Κάτι που δεν συναντάμε συχνά στη λογοτεχνία τα τελευταία χρόνια. Σας ενοχλεί η ευκολία με την οποία σήμερα κάποιος αποκαλείται συγγραφέας ή ποιητής;
Μ.Μ.: Σε μια εποχή που όλοι χρηματοδοτούν την έκδοση του βιβλίου τους, το βρίσκω άτοπο και ματαιόδοξο κάποιος να αυτοαποκαλείται συγγραφέας ή ποιητής. Με πιο απλά λόγια, εξαγοράζουν τον τίτλο, είναι μια αντιποίηση τίτλου. Κατά τη γνώμη μου, αυτοί οι τίτλοι πρέπει να απονέμονται από τους αναγνώστες και τους γνώστες, π.χ. τους κριτικούς.
Η πρώτη παρουσίαση του βιβλίου σας έγινε στην Αθήνα στα τέλη Μαΐου. Έχουν προγραμματιστεί νέες παρουσιάσεις μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα;
Μ.Μ.: Μετά την παρουσία μου στην έκθεση βιβλίου στο Πασαλιμάνι, θα παρευρίσκομαι στην έκθεση βιβλίου στην Αθήνα και μαζί με τους εκδότες μου στην «Πνοή» σχεδιάζουμε κάποιες παρουσιάσεις μέσα στον ερχόμενο χειμώνα.
Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Μ.Μ.: Ετοιμάζω ένα πολυσέλιδο αστυνομικό μυθιστόρημα σ’ ένα ιστορικό φόντο που αποτελεί παρθένο έδαφος για την ελληνική λογοτεχνία, εννοώ την Αθήνα του 14ου αι. μ.Χ., όταν βρισκόταν υπό την κυριαρχία της φλωρεντίνικης οικογένειας των Ατσαγιόλι. Είναι κάτι επίπονο και επιμορφωτικό συνάμα, γιατί χρειάστηκε να ανασκάψω ένα ιστορικό παρελθόν που δεν το γνώριζα καλά.
Λίγο πριν ολοκληρώσουμε τη συνέντευξη, θα θέλατε να πείτε κάτι στους αναγνώστες μας;
Μ.Μ.: Σε μια εποχή απομόνωσης, τουλάχιστον βυθιστείτε στους κόσμους των βιβλίων.
Σας ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας.
Μ.Μ.: Εγώ σας ευχαριστώ και σας συγχαίρω για την εξαιρετική σας συμβολή στον χώρο της Τέχνης.
Επιμέλεια κειμένου: Ζωή Τσούρα
Επεξεργασία κεντρικής εικόνας: Νεκταρία Βαρσαμή-Πουλτσίδη