Η Μαρία Παναγοπούλου επιστρέφει με ακόμα μία συγκλονιστική αληθινή ιστορία, “Οι γυναίκες δεν κλαίνε”, κάνοντας εκτενή ανάλυση στο φαινόμενο του stalking, μία κακοποιητική συμπεριφορά την οποία μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν μπορεί να κατανοήσει και να προσδιορίσει. Στα ελληνικά το stalking αποδίδεται με τον όρο εμμονική παρενοχλητική παρακολούθηση.
Προσωπική άποψη: Μαρία Στρατή
Η Μπιάνκα Ανδρικάκη, η ηρωίδα της ιστορίας, είναι μια γυναίκα τριάντα χρονών, η οποία με την εργατικότητα και την αφοσίωσή της κατάφερε να καταξιωθεί στον ανταγωνιστικό χώρο της διαφήμισης. Αν και εργασιομανής, η Μπιάνκα καταφέρνει να δώσει χώρο και στον έρωτα. Εδώ και 6 μήνες έχει σχέση με τον Άρη, με τον οποίο ευελπιστεί να περάσει το υπόλοιπο της ζωής της μαζί του.
Η Μπιάνκα φαίνεται να έχει μια υπέροχη ζωή, επαγγελματική καταξίωση, έναν σύντροφο που τον λατρεύει και υπέροχους συναδέλφους. Ωστόσο, μέσα σε 14 ημέρες όλα θα ανατραπούν και η Μπιάνκα θα ζήσει τον μεγαλύτερο εφιάλτη της ζωής της. Ξαφνικά κάποιος άγνωστος αρχίζει να της στέλνει λουλούδια στο γραφείο, να την ενοχλεί μέσω τηλεφωνημάτων, να της στέλνει δώρα και γλυκά. Έπειτα, αυτός ο άγνωστος -θέλοντας να τρομοκρατήσει την Μπιάνκα ακόμη περισσότερο- απαγάγει τον γάτο της, την απειλεί ευθέως μέσω των μέσων κοινωνικών δικτύωσης και βρίσκει έμμεσους τρόπους να τη διασύρει στο εργασιακό της περιβάλλον.
Είμαι η Μπιάνκα. Ετών τριάντα. Διαφημίστρια. Μέχρι πριν από δύο εβδομάδες, η ζωή μου πήγαινε από το καλό στο καλύτερο. Στον επαγγελματικό στίβο οι επιτυχίες μου ήταν αξιοζήλευτες, και στον έρωτα νόμιζα πως είχα βρει τον συνοδοιπόρο των ονείρων μου. Δεκατέσσερις ημέρες χρειάστηκαν για να ανατραπούν όλα.
Σταδιακά και μεθοδικά, ο διώκτης θα μάθει κάθε κίνηση της Μπιάνκας σε σημείο που η ηρωίδα θα νιώσει ότι αυτός ο άνθρωπος ελέγχει την ύπαρξή της. Η Μπιάνκα δεν ξέρει αν για τους περιστασιακούς θορύβους που ακούει στη γειτονιά ή στο σπίτι της ευθύνεται ο διώκτης της ή είναι απλές καθημερινές συμπτώσεις. Νιώθει φοβισμένη, μόνη και κυρίως εγκλωβισμένη. Δεν ξέρει πού να αποταθεί, ποιον να εμπιστευτεί. Από τη μία, η αστυνομία, η οικογένεια και οι φίλοι της θεωρούν ότι ίσως πάσχουν τα νεύρα της. Από την άλλη, ο κοινωνικός περίγυρος, στενοί συγγενείς και συνάδελφοι, καλουπωμένοι από πατριαρχικά στερεότυπα, θεωρούν ότι για όλα αυτά τα τρομερά που βιώνει φταίει αποκλειστικά και μόνο η ίδια διότι “προκαλεί”.
Ο φόβος κυλάει στο αίμα μου. Μα δε λέω τίποτα σε κανένα. Τι να πω; Σε ένα κόσμο γεμάτο φόβους, ποιος θα δώσει σημασία στον δικό μου; Το πήρα το μάθημά μου· ζω σε μια κοινωνία που η γυναίκα είναι συνυπεύθυνη. Ό, τι κι αν της συμβαίνει, φταίει και αυτή. Ενίοτε, φταίει μόνο αυτή. […] Δε με έχει αγγίξει. Κι όμως, έχω κακοποιηθεί βάναυσα. Δεν έχει διεισδύσει στο σώμα μου. Κι όμως, έχω βιαστεί άγρια.
Το βιβλίο “Οι γυναίκες δεν κλαίνε” γεννήθηκε αφότου μια τριαντάχρονη διαφημίστρια θύμα stalking προσέγγισε την κυρία Παναγοπούλου και της εμπιστεύτηκε την ιστορία της. Η κυρία Παναγοπούλου για να μπορέσει να αποτελέσει τη φωνή αυτής της κοπέλας και τόσων άλλων θυμάτων stalking έκανε ενδελεχή μελέτη για το φαινόμενο και επικοινώνησε με εξειδικευμένα κέντρα σε Ευρώπη και ΗΠΑ.
Μέσα από την ιστορία της “Μπιάνκας” ο αναγνώστης συνειδητοποιεί και εν μέρει σοκάρεται για το πόσο επικίνδυνοι μπορούν να γίνουν οι stalkers, οι οποίοι εισβάλλουν ύπουλα στη ζωή του θύματος προκαλώντας του αισθήματα φόβου και ανασφάλειας. Πολλές φορές απειλείται και η σωματική ακεραιότητα του θύματος και των οικείων του. Οι stalkers μπορεί να είναι πρώην σύντροφοι που δεν αντέχουν την απόρριψη ή πιστεύουν ότι είστε πλασμένοι ο ένας για τον άλλο, ένας γείτονας ή συνάδελφος που παρερμήνευσε ένα καλημέρα και το εξέλαβε ως ερωτικό κάλεσμα, συνεργάτες, φίλοι ή ακόμα οποιοσδήποτε άγνωστος που στοχοποιεί ένα άτομο για δικούς του λόγους.
Τα περιστατικά stalking και κυρίως η αδυναμία των θυμάτων να χειριστούν την κατάσταση προκαλεί στα άτομα που βιώνουν αυτό τον εφιάλτη συναισθήματα άγχους και πανικού. Η συγγραφέας μέσα από τη μελέτη της παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά διαφόρων ειδών stalkers καθώς επίσης και συμβουλευτικά κέντρα στην Ελλάδα τα οποία παρέχουν βοήθεια σε θύματα stalking. Επίσης, γίνεται εκτενής αναφορά και στο τι προβλέπει ο ποινικός κώδικας της ελληνικής δικαιοσύνης.
Η ιστορία της Μπιάνκας αποτελεί τροφή για σκέψη. Φτάνοντας στην τελευταία σελίδα διερωτήθηκα μήπως πατριαρχικές αντιλήψεις και οι άγραφοι νόμοι της κοινωνίας αποθαρρύνουν τα θύματα οποιαδήποτε μορφής βίας να ζητήσουν βοήθεια;
Περίληψη: Είμαι η Μπιάνκα. Ετών τριάντα. Διαφημίστρια. Μέχρι πριν από δύο εβδομάδες, η ζωή μου πήγαινε από το καλό στο καλύτερο. Δεκατέσσερις ημέρες χρειάστηκαν για να ανατραπούν όλα. Σε κάθε ανάσα μου, έχω πλέον την αίσθηση πως κάποιος με παρακολουθεί. Έπαψα να ενεργοποιώ το τηλέφωνό μου. Έπαψα να μπαίνω στο Διαδίκτυο. Έπαψα να βγαίνω από το σπίτι μου. Δε με έχει αγγίξει. Κι όμως, έχω κακοποιηθεί βάναυσα. Δεν έχει διεισδύσει στο σώμα μου. Κι όμως, έχω βιαστεί άγρια.
Το πήρα πια το μάθημά μου: ζω σε μια κοινωνία όπου η γυναίκα είναι πάντα συνυπεύθυνη. Ό, τι κι αν της συμβαίνει, φταίει και αυτή. Ενίοτε, φταίει μόνο αυτή. Όπως κάθε εγκληματική πράξη, έτσι κι αυτή, της οποίας είμαι θύμα, έχει έναν επιστημονικό ορισμό. Την αποκαλούν stalking και την περιγράφουν ως «έμμονη παρενοχλητική παρακολούθηση, που προκαλεί στρες ή φόβο». Αδημονώ για την ημέρα που θα λήξει το μαρτύριό μου. Όποιο κι αν είναι το φινάλε του…
Μια αληθινή ιστορία stalking και πολύτιμες συμβουλές για να ξεχωρίσετε τον stalker από τον θαυμαστή/ ακόλουθο, να τον αντιμετωπίσετε αποτελεσματικά και να αξιοποιήσετε τη νομοθεσία για να προστατευτείτε.
Στοιχεία βιβλίου
Τίτλος: Οι γυναίκες δεν κλαίνε
Συγγραφέας: Μαρία Παναγοπούλου
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Ημερομηνία έκδοσης: 06/04/2023
Ηλικία: 18+
Σελίδες: 384
ISBN: 978-618-01-4799-5
Υποστηρίξτε το blog μας με μία δωρεά, πατώντας εδώ
[…] Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα «Θεματοφύλακες Λόγω Τεχνών». […]
Πότε θα γίνει παρουσίαση τ βιβλίου στην Αθήνα;;