Τετάρτη, 1 Οκτωβρίου, 2025
More
    ΑρχικήΛογοτεχνίαΕλληνική ΛογοτεχνίαΣτην αχλύ του χρόνου και της Κάρλας - Χριστίνα Πολέζε

    Στην αχλύ του χρόνου και της Κάρλας – Χριστίνα Πολέζε

    -

    Στο μυθιστόρημα της Χριστίνας Πολέζε Στην αχλύ του χρόνου και της Κάρλας”, ο θεσσαλικός τόπος αντικατοπτρίζεται στο πέρασμα του χρόνου –απ’ τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 μέχρι και τα τέλη του 20ου αιώνα– βγαίνοντας στο προσκήνιο ως ο κύριος πρωταγωνιστής.

    Προσωπική άποψη: Αντωνία Καππέ

    Η λίμνη της Κάρλας και τα χωριά του ανατολικού κάμπου με τα πραγματικά τοπωνύμια και τοπόσημα, αναπαρίστανται με αβίαστο και στέρεο λόγο και παρουσιάζονται ως ποικιλόμορφο μωσαϊκό, στο οποίο τα σημάδια του χρόνου παρεισφρέουν, αναδεικνύοντας την καταλυτική του επίδραση στον τόπο και στους ανθρώπους του. Καθώς οι γενιές αντικαθιστώνται, παραδίδοντας η προηγούμενη τη σκυτάλη στην επόμενη, ο τόπος μεταμορφώνεται, αντανακλώντας τις ατομικές και συλλογικές ενέργειες και  επιδράσεις των ανθρώπων πάνω του.

    Στο έργο, η ιστορία, η παράδοση, ο μύθος, το βίωμα και η μνήμη συμπλέκονται με τη φαντασία και γίνονται ουραγοί της γραφίδας, οδηγώντας τη μυθοπλασία στην εξελικτική της πορεία. Διακεκριμένες όψεις του χώρου όπου κινούνται οι ήρωες, αναπλάθονται από τη συγγραφέα με γνωστική εμπειρία και λυρική περιγραφή. Αρκετές φορές μάλιστα, η περιγραφή αυτή εμπλουτίζεται με την εκφορά ποιητικού λόγου, προσδίδοντας εν μέρει τη στοχαστική της διάθεση, αλλά και την ιδιαίτερη μυστικιστική αίσθηση που έχει η ίδια για το περιβάλλον και την παρουσία των πραγμάτων.

    Στον ασπρόμαυρο ορίζοντα, δυο μαύρες βάρκες, δύο αρχαϊκά σανδάλια, στέκονται, πλάι-πλάι, στα ήσυχα νερά της λίμνης. Τριγύρω καλάμια. […] Μπροστά στις βάρκες, καλάμια και βούρλα δέθηκαν μεταξύ τους με τέχνη, κι έπλεξαν τα κατίκια, στις έξυπνες κλειστές αγκαλιές για να εγκλωβίζουν το νόστιμο χρυσάφι του γλυκού νερού. Στα βορειοανατολικά της λίμνης, ο γιος του Ωκεανού και της Τηθύος, ο νωχελικός και αργυρόχρωμος Πηνειός διασχίζει καμαρωτός την πόλη της Λάρισας μέχρι πέρα στη μαγευτική κοιλάδα των Τεμπών.

    Θα μπορούσαμε να πούμε πως η αφηγηματική δομή του μυθιστορήματος διαρθρώνεται σε τρεις ενότητες, οι οποίες αναπτύσσονται σε εννέα κεφάλαια, με διαδοχικές διηγήσεις. Οι διηγήσεις αυτές, παρόλο που φέρουν αυτόνομους τίτλους, στην ουσία η καθεμία αποτελεί φυσικό επακόλουθο της άλλης, σε μια αλυσιδωτή αφήγηση που οδεύει στην τελική κορύφωση και λύση της κύριας μυθοπλασίας. Μέσα από αυτές, οι παλαιότεροι μεταδίδουν πληροφορίες στους νεώτερους για τον τόπο και τους ανθρώπους του, επιστρατεύοντας πρωτίστως τη μνήμη και το προσωπικό βίωμα, εμπλουτισμένα με ισχυρά συναισθήματα.

    Ειδικότερα στην πρώτη ενότητα, που εκτείνεται μέχρι το πρώτο κεφάλαιο, η εν λόγω θεσσαλική περιοχή με επίκεντρο τη λίμνη της Κάρλας –από την προΰπαρξή της έως την αποξήρανση και τις μετέπειτα διεργασίες στον χώρο της– παρουσιάζεται ως αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των ανθρώπων, με αναδρομή από το μακρινό παρελθόν μέχρι τη σταδιακή επαναφορά στο παρόν.

    Στην αχλύ του χρόνου και της Κάρλας - Χριστίνας Πολέζε
    Στην αχλύ του χρόνου και της Κάρλας – Χριστίνας Πολέζε

    Στη δεύτερη ενότητα, που οριοθετείται από το δεύτερο έως και το έβδομο κεφάλαιο, η συγγραφέας φροντίζει και μας συστήνει τους χαρακτήρες και την εξελικτική πορεία της ζωής τους. Πιο συγκεκριμένα, μια προκαθορισμένη συνάντηση παλιών συμμαθητών μετά από πενήντα ολόκληρα χρόνια, γίνεται η αφορμή να αναπροσδιοριστούν σχέσεις και να αποσαφηνιστούν συναισθήματα που έμειναν αδιευκρίνιστα και ανομολόγητα με τη μετοίκησή τους σε έτερους τόπους, κυρίως αστικούς. Η παρέα, κάτω από αδιάρρηκτους δεσμούς φιλίας ενδυναμωμένους με τη νοσταλγία του πρότερου κοινού βίου στον θεσσαλικό τόπο, επιστρέφει στις εντόπιες ρίζες, αποζητώντας την παλιά εποχή μέσα από τις μνήμες. Η εμπειρία του προγόνου από τη ζωή του στον γενέθλιο τόπο μεταφέρεται στον απόγονο με αφηγηματική επιτάχυνση, σε μια συνεχή επικοινωνία του παλαιού με το καινούργιο.

    Ρίζες παλιές, ρίζες καινούργιες, κούτσουρα παλιά, μεράκια παλιά που έγιναν καινούργια, κρασί καινούργιο για αναθέρμανση παλιών καλών σχέσεων, στους αμπελώνες των ψυχών, που τους προστάτευσε η αγάπη τόσο απ’ τη φθορά του χρόνου, όσο κι απ’ τα μίση και τα πάθη και πήραν λευκή την εντολή να ενώσουν το παλιό με το καινούργιο.

    Στην τρίτη και τελευταία ενότητα, που εκτυλίσσεται από το όγδοο έως και το ένατο κεφάλαιο, γίνεται πλέον αντιληπτή η αποθησαύριση των αναμνήσεων στην αχλύ του χρόνου. Στην ενότητα αυτή, η αλλαγή στη ροή της αφήγησης είναι εμφανής, καθώς στην κύρια μυθιστορία εγκιβωτίζονται με αποσπασματικό τρόπο παράλληλες ιστορίες και γεγονότα, οδηγώντας την αφήγηση σε πιο γενικευμένη οπτική. Ο κάθε χαρακτήρας καλείται εν όψει της επικείμενης συνάντησης να κοινοποιήσει τον «θησαυρό» απ’ τον γενέθλιο τόπο που ξεχώρισε και διαφύλαξε βαθιά στην καρδιά του όλα αυτά τα χρόνια.

    Ακραίοι ρόλοι για την παράσταση στο θέατρο της ζωής.

    Ο καθένας είχε προσπαθήσει να οσμιστεί τα θέλω του,

    να δημιουργήσει το δικό του ποιητικό τοπίο γύρω του,

    το δικό του εικαστικό κομμάτι,

    στο προσωπικό του φανταστικό ταξίδι.

    Η προβολή της ιστορικής πραγματικότητας με τον πόλεμο του 1897, τον μεσοπόλεμο, την Κατοχή και την Αντίσταση, καθώς και τον Εμφύλιο με τα ολέθρια επακόλουθα για τον τόπο και τους ανθρώπους του, συνθέτει το πολυδιάστατο λογοτεχνικό σκηνικό, εγείροντας συναισθήματα που κρατήθηκαν για χρόνια κρυμμένα στις καρδιές των χαρακτήρων. Ήθη και έθιμα, πληροφορίες και γεγονότα συμπλέκονται με τη μυθοπλασία και αναπαριστούν την κοινωνική πραγματικότητα, της οποίας ο απόηχος, στο τέλος, συνθέτει  το «λεύκωμα» της ζωής στην αχλύ του τόπου και του χρόνου. Γιατί, όπως πολύ ορθά τονίζει η Χριστίνα Πολέζε: ορίζει τη ζωή του, όποιος ξέρει να χαλκεύει την πορεία της, απ’ τα έγκατα της γης στο φως.

    Περίληψη: Θα έγραφε για όλα εκείνα τα πραγματικά ή τα φανταστικά που, στην αιωνιότητα, βρέθηκαν και στάθηκαν πάνω απ’ την Κάρλα και γύρω απ’ αυτή, πάνω από τους ανθρώπους της και μέσα στις ζωές τους και τους έκαναν να δουν τον ουρανό, σαν γαλάζιο θόλο ή σαν όμορφο καμπυλωτό σώμα νεράιδας, τη φύση σαν το σύμπαν του μύθου ή σαν κάτι ιερό και απόμακρο, που θεώρησαν τα άστρα σαν φωτάκια μακρινά που φέρνουν ίλιγγο ή σαν αστραφτερά σταγονίδια που ξέφυγαν απ΄την ανάσα του Θεού, και που ζωγράφισαν την Κάρλα σαν τη βασανιστικά όμορφη νεράιδα ή σαν την άκαρδη φόνισσα των ανδρών.

    Υποστηρίξτε το blog μας με μία δωρεά, πατώντας εδώ

    ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

    εισάγετε το σχόλιό σας!
    παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ