Στη σημερινή συνέντευξη, στους Θεματοφύλακες Λόγω Τεχνών, φιλοξενούμε τη συγγραφέα Σόφη Θεοδωρίδου, η οποία με κάθε βιβλίο της δίνει το δικό της στίγμα στο ιστορικό και κοινωνικό μυθιστόρημα.
Η κυρία Σόφη Θεοδωρίδου μας μιλά για το νέο της βιβλίο «Άγραφος Νόμος» από τις Εκδόσεις Ψυχογιός και κυρίως τι την ενέπνευσε να βάλει το δικό της λιθαράκι στην ιχνηλάτηση των συνθηκών που οδήγησαν στη γυναικεία χειραφέτηση τις δεκαετίες του ’30 και του ’40.
Συνέντευξη
Ρωτάει η Μαρία Στρατή
Θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε που μας κάνετε την τιμή να συνομιλήσουμε. Ο Άγραφος Νόμος μας μεταφέρει στην ελληνική επαρχία του Μεσοπολέμου, του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου όπου οι γυναίκες κάνουν τα πρώτα βήματα χειραφέτησης. Τι σας ενέπνευσε να ασχοληθείτε με ένα τόσο ευαίσθητο θέμα, το οποίο, κατά τη γνώμη μου, δυστυχώς παραμένει επίκαιρο;

Σ.Θ.: Έχετε δίκιο, παραμένει και στις μέρες μας επίκαιρο. Έχω θίξει το θέμα της γυναικείας χειραφέτησης και σε άλλα μου βιβλία, μα ήθελα να μιλήσω διεξοδικότερα γι’ αυτό. Εδώ και χρόνια έπαιρνα συνεντεύξεις από γυναίκες κάποιας ηλικίας, οι οποίες, οι ίδιες ή συγγενικά τους πρόσωπα, είχαν βιώσει την καταπίεση που υπέστη το φύλο μας εκείνα τα χρόνια. Όταν κάποια στιγμή αισθάνθηκα ότι είχα το υλικό που χρειαζόμουν, ξεκίνησα να γράφω το βιβλίο.
Αρχικά έχω την περιέργεια να μάθω πώς εμπνευστήκατε τις ηρωίδες του Άγραφου Νόμου.
Σ.Θ.: Πρώτα ξεφύτρωσε στο μυαλό μου η κεντρική μου ηρωίδα, η Αιμιλία, και λίγο πριν φτάσουν στο χωριό του Δάμου, το Δίλατο, η Σόνια, η διάσημη μοδίστρα νυφικών. Η Σόνια πιστεύει από τη δική της εμπειρία μέσα απ’ τον γάμο ότι η γυναίκα υποδουλώνεται όταν παντρεύεται. Μετά η Κατινούλα, η Νίνα, η Μελανία… Πάντως, δεν έχω προσχεδιάσει κανέναν από τους ήρωες. Όλα συμβαίνουν την ώρα της συγγραφής.
Διαβάστε την άποψή μας για το βιβλίο: Άγραφος Νόμος
Με το θέμα της γυναικείας χειραφέτησης και της πατριαρχίας είχατε ασχοληθεί εν μέρη και στο βιβλίο σας «Ο Γερμανός γιατρός» όπου μια ηρωίδα, η Ρίτα, τολμά να αφήσει τον καταπιεστικό μαυραγορίτη σύζυγό της και να καταφύγει σε ένα νησί του Αιγαίου. Πιστεύετε ότι η Ρίτα και η Αιμιλία είναι φτιαγμένες από την ίδια πάστα;
Σ.Θ.: Πιστεύω ότι είναι. Όπως σας είπα όμως σε προηγούμενη ερώτησή σας, σε όλα μου τα βιβλία θίγω το συγκεκριμένο θέμα κι οι ηρωίδες μου -με εξαίρεση αυτές στα «Αχνάρια των ξυπόλυτων ποδιών» και στην «Αμαρτία της ομορφιάς»- είναι δυναμικές και τολμούν συμπεριφορές που εκείνη την εποχή θεωρούνταν αδιανόητες.
Προσωπικά, βρήκα αρκετά ενδιαφέρουσα την εναλλαγή των διαλόγων στα ποντιακά, τα καππαδόκικα και τα ντόπικα. Ποιες προκλήσεις αντιμετωπίσατε για την ομαλή ένταξη των συγκεκριμένων διαλόγων στην πλοκή του βιβλίου;
Σ.Θ.: Πιστεύω ότι δίνει «χρώμα» στο βιβλίο, όταν οι διάλογοι είναι στις διάφορες διαλέκτους ή στην τουρκική. Τους γράφω πρώτα στην καθομιλούμενη ελληνική γλώσσα και μετά για την ποντιακή διάλεκτο απευθύνομαι σ’ έναν καλό μου φίλο, ο οποίος γνωρίζει άπταιστα την ποντιακή και τη γραφή της, για να τους μετατρέψει, μια και προσωπικά, παρότι Πόντια, δε τα γνωρίζω και τόσο καλά. Όσο για τα καππαδοκικά, με τον γάμο μου μπήκα σε μια οικογένεια Καραμανλήδων Καππαδοκών κι έμαθα μέσα απ’ αυτή τη σχέση κάποιες φράσεις στην τουρκική γλώσσα, κυρίως όμως έμαθα τη νοοτροπία και τη συμπεριφορά των Καππαδοκών. Όσον αφορά τα ντόπικα, καθώς βρίσκομαι σε μια περιοχή που κατοικείται και από ντόπιους, απευθύνθηκα σε φίλους για τη μετατροπή τους.
Στον Άγραφο Νόμο κάνετε εκτενή αναφορά στην εχθρική στάση της πεθεράς έναντι στη νύφης φέρνοντας στο προσκήνιο ακόμη μία πτυχή του σεξισμού. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό. Η απορία που γεννάται στους αναγνώστες είναι πώς τα μελιστάλαχτα κοριτσάκια μετατρέπονται σε μέγαιρες και κυρίως βάσει ποιας λογικής οι γυναίκες που υπέφεραν τα πάνδεινα από τη πεθερά τους έχουν απαίσια συμπεριφορά απέναντι στη νύφη τους;
Σ.Θ.: Εκείνα τα χρόνια ούτε περνούσε απ’ το μυαλό της πεθεράς ή της νύφης η γυναικεία αλληλεγγύη κι ότι οι γυναίκες του σπιτιού θα έπρεπε να υποστηρίζουν η μία την άλλη. Αλλά δεν έβρισκαν κατανόηση και υποστήριξη κι από άλλες γυναίκες οι νύφες, όχι μονάχα από τις πεθερές τους. Φυσικά, οι εξαιρέσεις δεν έλειπαν. Πάντως, σε γενικές γραμμές θα έλεγα ότι το έβλεπαν σαν παράδοση, σαν μια διαχρονική συμπεριφορά. Ή, όπως θα έλεγαν τότε, κάτι που γινόταν «αναντάμ παπαντάμ».
Μα δεν είναι απολύτως ανθρώπινο αυτό; Οι γυναίκες που υπέφεραν τα πάνδεινα από τις πεθερές τους επιθυμούν να βγάλουν το άχτι τους, οπότε ακολουθούν παρόμοια συμπεριφορά, όταν γίνονται οι ίδιες πεθερές. Η πικρία, ξέρετε, κι η απογοήτευση ωθούν συχνά τους ανθρώπους να κάνουν στους άλλους ό, τι υπέστησαν οι ίδιοι.
Η περίοδος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, του Μεσοπολέμου και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και εν μέρη του Εμφυλίου, αποτέλεσαν ορόσημο για τη γυναικεία χειραφέτηση διότι οι άντρες είτε έλειπαν στον πόλεμο είτε σκοτώνονταν στο μέτωπο άρα οι γυναίκες έπρεπε να βρουν τρόπο να επιβιώσουν από μόνες τους. Άρα, ουσιαστικά, μπορούμε να πούμε ότι μπήκαν στην αγορά εργασίας κυρίως λόγω συγκυριών και όχι επειδή έσπασαν τα πατριαρχικά στερεότυπα;
Σ.Θ.: Ήταν και λόγω συγκυριών, μα έπαιξαν ρόλο και τα φεμινιστικά κινήματα, που χρόνο με τον χρόνο γιγαντώνονταν, τα οποία στόχευαν -και στοχεύουν ακόμη και σήμερα θα έλεγα- στην εξάλειψη και τον περιορισμό της έμφυλης ανισότητας και στην προώθηση των δικαιωμάτων των γυναικών στην κοινωνία. Επίσης, ρόλο έπαιξαν και οι απλές ανώνυμες γυναίκες οι οποίες, όπως η Αιμιλία, ύψωσαν το ανάστημά τους κάποια στιγμή και αντέδρασαν.
Το θέμα που καταπιάνεστε είναι οι πατριαρχικές αντιλήψεις και τον τρόπο που παρεισφρέουν στην κοινωνία κάτι το οποίο ισχύει σε πολύ μεγάλο βαθμό και στις μέρες μας. Αν και πρόκειται για ιστορικό μυθιστόρημα, μήπως το συγκεκριμένο βιβλίο το γράψατε εμπνεόμενη και από τις δυσάρεστες καταστάσεις που ζούμε σήμερα, π.χ. γυναικοκτονίες, βία στην οικογένεια, σεξουαλική παρενόχληση κτλ;
Σ.Θ.: Όχι, δεν το έγραψα γι’ αυτόν τον λόγο. Όπως σας είπα ήδη, μάζευα το υλικό για καιρό. Αλλά λυπάμαι πολύ που είναι εξαιρετικά επίκαιρο και σήμερα. Ωστόσο, νιώθω την ανάγκη να προσθέσω ότι η θέση της γυναίκας σήμερα στη χώρα μας είναι παράδεισος σε σχέση με τις εποχές που περιγράφω. Σε συνταγματικό και θεσμικό επίπεδο έχει κατακτηθεί η απόλυτη ισότητα κι η κοινωνία ακολουθεί με κάποια καθυστέρηση αλλά με ταχείς ρυθμούς.
Έχετε κάτι καινούριο στα σκαριά; Ευχαριστούμε πολύ για τον χρόνο σας.
Σ.Θ.: Κάτι ετοιμάζω, αλλά δε θα ήθελα να μιλήσω παραπάνω γι’ αυτό, μια και δε γνωρίζω ποτέ αν θα με ικανοποιήσει στο τέλος το αποτέλεσμα. Εγώ σας ευχαριστώ για την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη.
Υποστηρίξτε το blog μας με μία δωρεά, πατώντας εδώ