Τα “Χρυσά λούπινα” αποτελούν μία συναρπαστική, καθηλωτική πρωτοπρόσωπη αφήγηση ενός άνδρα στη δύση του βίου του, ιδωμένη από την πλευρά μιας γυναίκας.
Προσωπική άποψη: Λεύκη Σαραντινού
Η επιτυχημένη διεισδυτική ματιά της Λίνας Σόρογκα μέσα στην ψυχοσύνθεση ενός άνδρα είναι, αναμφίβολα, σπάνιο φαινόμενο στη λογοτεχνία, τουλάχιστον την ελληνική. Συνήθως οι άνδρες λογοτέχνες είναι εκείνοι οι οποίοι καταφέρνουν να περιγράψουν άρτια τη γυναικεία ψυχολογία. Το κοινό σημείο της Σόρογκα και του ήρωά της, του φτασμένου πανεπιστημιακού και συγγραφέα Δημοσθένη Δοξαρά, είναι η αγάπη τους για τα βιβλία και τη συγγραφή, και εκεί ακριβώς είναι που βρίσκει το πάτημα η συγγραφέας προκειμένου να καταστήσει προσιτό στον αναγνώστη τον βίο και τις σκέψεις του ήρωά της.
Η τοιχογραφία της ζωής του Δημοσθένη Δοξαρά είναι παράλληλα και η τοιχογραφία του 20ού αιώνα, γραμμένη με λόγο που ρέει αβίαστα και στοχεύει μόνο σε ό,τι θεωρεί σημαντικό. Η επωδός με τα χρυσά λούπινα διατρέχει όλο το μυθιστόρημα και αποτελεί το σταθερό σημείο αναφοράς του. Τα λούπινα είναι εκείνα που καλλιεργούνταν στη Μάνη ήδη από τα βάθη των αιώνων, εκεί όπου ανδρώθηκε ο πρωταγωνιστής μέσα από τις επώδυνες μνήμες της γερμανικής κατοχής, μνήμες γεμάτες αίμα και πόνο. Είναι εκείνα που έτρωγε ο Δοξαράς στον καιρό της μεγάλης πείνας, κι ακόμη ήταν εκείνα που συνέχισαν να τον προσδιορίζουν ως Μανιάτη σε όλη τη μετέπειτα ζωή του. Και είναι χρυσά, όχι μόνο εξαιτίας του χρώματός τους, αλλά και επειδή συμβολίζουν τις “χρυσές” αναμνήσεις του Δημοσθένη, τις μνήμες που διαμόρφωσαν τον κατοπινό διάσημο συγγραφέα. Αυτές ήταν ο αυταρχικός πατέρας, οι αυστηρές κοινωνικές επιταγές και ένα παιδικό τραύμα που θα μείνει ανεξίτηλα χαραγμένο στην αγνή παιδική ψυχή.
Το Γύθειο ήταν παραθαλάσσιο, με εύφορη γη. «Πείνα δεν ήξερες τι θα πει», μας έλεγε ο παππούς. Για να ξεχαστούμε από τους καημούς της πατρίδας, βγαίναμε έξω, στα χωράφια, η φύση εκεί λεύτερη μας υποδεχόταν. Ο παππούς Δημοσθένης είχε κτήματα με ελιές, αμπέλια και σιτηρά. Μας άρεσε να τρέχουμε ξέφρενα στο γρασίδι και να τσαλαβουτάμε πάνω από τα αγριολούλουδα. Τότε αυτά σκιαζόντουσαν και κάνανε στην άκρη. Όμως οι τσουκνίδες, φρουροί του αγρού, μας κεντούσαν τα πόδια. Κι αν βρίσκαμε μολόχες στο δρόμο μας -τι κι αν αυτές περήφανες στάζαν ακόμα το αίμα των παλικαριών που είχαν πολεμήσει εκεί-, ταπεινές παραμέριζαν να περάσουμε. Άσπρες, ρόδινες και μαβιές χρυσαλλίδες ξεπετάγονταν απ’ τα χορτάρια και μας ξεπροβοδίζανε. Μπορεί η γη της Ελλάδας να ήτανε σε κατοχή, όμως η φύση είχε τη δική της λογική.
Η συγγραφέας κινείται εξίσου άνετα ανάμεσα στα πολυσύνθετα γεγονότα της ιστορίας του 20ού αιώνα, των οποίων έχει άριστη γνώση, και στον μύθο που πλέκει η ίδια για τον ήρωά της. Τα ιστορικά γεγονότα όμως είναι άμεσα συνυφασμένα με τη ζωή του Δοξαρά, την οποία επηρεάζουν πολλαπλώς. Από τις μνήμες της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου, περνάμε στη μεταπολεμική Αθήνα, στα χρόνια της χούντας, στον Μάη του ’68 στη Γαλλία, όπου ο ήρωας θα αυτοεξοριστεί για να αποφύγει τις διώξεις της χούντας, και στα χρόνια της κρίσης.
Παράλληλα, μέσα από τη διαμονή του Δημοσθένη στο εξωτερικό, βλέπουμε όψεις του φιλελληνισμού των ξένων, αλλά και πώς είναι η ζωή για έναν Έλληνα εκεί. Διότι τρεις είναι οι χώρες στις οποίες διαδραματίζεται το μυθιστόρημα: Ελλάδα, Γαλλία και Τσεχία. Στην Πράγα είναι που ο γηραιός Δοξαράς, μετά από μία βραδιά θριάμβου για την καριέρα του, θα αφεθεί έρμαιο των αναμνήσεων που αποτελούν την πρώτη ύλη του βιβλίου. Μέσα από αυτές, ο Δημοσθένης θα συστηθεί στον αναγνώστη με όλες του τις ιδιότητες: ως ντροπαλό παιδί, ως αντιδραστικός νέος, ως στοργικός πατέρας, ως σύζυγος, θύμα ενός αταίριαστου προξενιού, ως δραστήριος δάσκαλος, ως βιβλιόφιλος και καταξιωμένος συγγραφέας. Τότε, στη δύση του βίου του, θα κάνει και τον απολογισμό της ζωής του. Ο Δημοσθένης προσπαθεί να ξεπεράσει και να ξεχάσει τα λάθη που διέπραξε, λάθη που σημάδεψαν την κατοπινή πορεία του στη ζωή, αναπολεί τις καλές στιγμές, τους έρωτες που έζησε και προσπαθεί να ξορκίσει τον πόνο που βίωσε μέσα από επώδυνες απώλειες.
Ο αναγνώστης, όσο κι αν δεν κατανοεί πάντοτε τις πράξεις του Δημοσθένη, τελικά, μέσα από την αφήγησή του, θα δεθεί μαζί του και θα τον δικαιώσει για τις επιλογές του. Και, οπωσδήποτε, θα απολαύσει την περιήγηση στα μεγάλα γεγονότα του 20ού αιώνα μέσα από την αφήγηση των περιπετειών του.
Περίληψη: Χρυσά λούπινα Ιανουάριος 2001. O Δημοσθένης Δοξαράς, καταξιωμένος πια συγγραφέας, βρίσκεται στην Πράγα, προσκεκλημένος του Εθνικού Θεάτρου για την πρεμιέρα του έργου του. Στο τέλος της θριαμβευτικής βραδιάς επιστρέφει στο ξενοδοχείο, όπου λίγο αργότερα, μέσα στην παγωμένη νύχτα, αρχίζει να ξετυλίγεται σαν φιλμ το παρελθόν: τα παιδικά του χρόνια στο χωριό, η θηριωδία του πολέμου, η μεταπολεμική πρωτεύουσα, ο συμβατικός του γάμος αλλά και οι φλογεροί έρωτες, η καταφυγή στη Μασσαλία την εποχή της δικτατορίας. Μια ζωή σαν μυθοπλασία, όπου η αναγνώριση αλλά και η μοναχικότητα είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, του πάθους του για τη γραφή. Μια ζωή ταγμένη στο ίδιο πάντα όραμα.
Ένα κοινωνικό δράμα και ταυτόχρονα ένα κοσμοπολίτικο μυθιστόρημα, όπου ο μύθος μπλέκεται με την ιστορία, το φανταστικό συνομιλεί με το πραγματικό, από τη Μάνη της δεκαετίας του ’40 μέχρι τη σύγχρονη Αθήνα.
Τίτλος: Χρυσά Λούπινα
Συγγραφέας: Λίνα Σόρογκα
Εκδόσεις: Καστανιώτη
Σελίδες: 272
ISBN: 978-960-03-6175-9
Ημερομηνία έκδοσης: 08/05/2017
Υποστηρίξτε το blog μας με μία δωρεά, πατώντας εδώ
