Παρασκευή, 10 Οκτωβρίου, 2025
More
    ΑρχικήΛογοτεχνίαΕλληνική ΛογοτεχνίαΝυφικό σε χρώμα κονιάκ - Αγάπη Ντόκα

    Νυφικό σε χρώμα κονιάκ – Αγάπη Ντόκα

    -

    Ποιος είπε πως όλα τα νυφικά πρέπει να είναι λευκά; Νυφικό σε χρώμα κονιάκ όπως προκύπτει μέσα από την ιστορία. Δύο χαρακτηριστικά παρμένα απ’ την επαγγελματική ζωή της πρωταγωνίστριας, της Αρετής. Το νυφικό που γίνεται όνειρο ζωής και το μπαρ Κονιάκ που την οδηγεί κοντά σ’ αυτό το όνειρο. Μια ανθρώπινη ιστορία, μια διαδρομή αληθινών συναισθημάτων. Ανατροπές, χαρμολύπη, αναθεωρήσεις, χαμόγελο είναι οι δυνατοί πρωταγωνιστές του βιβλίου.

    Προσωπική άποψη: Χαρά Δελλή

    Στο Κονιάκ, λοιπόν. Φαντάσου ξύλινα έπιπλα, δέρμα, ιδιόρρυθμα τραπέζια, ξεχωριστά καθίσματα, αρχοντικά υφάσματα, χαμηλός φωτισμός, λαμπατέρ, παλιά αντικείμενα σε γυάλινες βιτρίνες να αποπνέουν αλλοτινά πάρτι βερμούτ, μαρτίνι και ξηρών καρπών.

    Η ιστορία ξεκινάει Δευτέρα. Μια οποιαδήποτε Δευτέρα. Στην αρχή μιας εβδομάδας. Οποιασδήποτε εβδομάδας. Ο καιρός είναι καλός, η κίνηση στην πόλη αυξημένη όπως κάθε Δευτέρα, οι άνθρωποι κατσουφιασμένοι όπως κάθε Δευτέρα, η διάθεση πεσμένη όπως κάθε Δευτέρα. Τίποτα δεν προϊδεάζει για το τι πρόκειται να συμβεί αυτή τη Δευτέρα· εξάλλου, η ζωή δεν μας δίνει κατευθείαν γεγονότα, όλο και κάποιο πρόγευμα μας ταΐζει, όλο και κάποιο μήνυμα μας στέλνει. Το αν θα λάβουμε αυτό το μήνυμα εξαρτάται από εμάς. Ο αποστολέας το στέλνει στη σωστή διεύθυνση. Ο παραλήπτης, μερικές φορές, δεν ελέγχει το γραμματοκιβώτιό του την ίδια μέρα και, όταν λάβει το μήνυμα, έχει περάσει η ισχύς του.

    Είναι Δευτέρα. Σε όλον τον κόσμο είναι Δευτέρα. Σε άλλους νωρίτερα, σε άλλους αργότερα, πάντως είναι Δευτέρα. Νομίζω το καταλάβαμε όλοι ότι είναι Δευτέρα. Ο καιρός μπορεί να συννεφιάσει, μπορεί και όχι. Αν δεν βρέξει, θα χιονίσει, κι αν δεν χιονίσει, θα κάνει καλό καιρό. Ο κόσμος ξυπνάει από τον λήθαργο της Κυριακής, ξαναμπαίνει στους ρυθμούς του ή τουλάχιστον αυτό προσπαθεί.

    Τσαγκαροδευτέρα. Βαριεστιμάρα ή μεγάλη όρεξη για μια αρχή. Μερικές φορές έρχεται ένα τέλος. Απροσδόκητο. Τότε, πώς η ζωή μάς στέλνει πρόγευμα; Υπάρχουν κι εκείνες οι φορές που βαριέται να μαγειρεύει και μας σερβίρει ετοιματζίδικο -συνήθως το κάνει την ώρα που είμαστε χαλαροί. Ας πούμε μια Δευτέρα.

    Τι μέρα είπαμε ότι είναι;

    Τίποτα δεν είναι όπως δείχνει…

    Η Αρετή είναι σπάνια. Καταδικασμένη στην σπανιότητά της. Ένα σπάνιο λάθος της φύσης. Μια ανατροπή του φυσιολογικού. Μια εξαίρεση. Μια γυναίκα συνηθισμένη μα διαφορετική. Ζει κρυμμένη πίσω από μια άλλη ταυτότητα εξαιτίας της κατακραυγής του κόσμου. Μη ελεύθερη να ζήσει την αλήθεια της.

    Μες στην μητρική αγάπη χωρούν όλες οι ιδιαιτερότητες…

    Σύμμαχοί της η μητέρα της και η κολλητή της φίλη η Ματούλα. Η διαφορετική συγγραφέας Αγάπη Ντόκα επιλέγει να αναλύσει έναν διαφορετικό ήρωα. Όπως και στο πρώτο της βιβλίο. Με κάποιο μοναδικό χαρακτηριστικό. Έντεχνα γράφει γι’ αυτόν και εκθέτει τα μηνύματά της. Θίγει μια μερίδα ανθρώπων που βάλλεται συνεχώς, που δέχεται επιθέσεις σωματικές και λεκτικές, που ένα κομμάτι της κοινωνίας δεν την αποδέχεται, ούτε καν την δέχεται. Καταπιάνεται χωρίς φοβίες ή ταμπού μ’ ένα θέμα που διχάζει, ρισκάροντας για το πώς θα φανεί η ιστορία της, αλλά και το πώς θα σταθούν οι άνθρωποι απέναντί της. Η διαφορετικότητα καθορίζεται από τη φύση ή είναι επιλογή;

    Όσο διαφορετικοί κι αν είμαστε, όλοι είμαστε Άνθρωποι που δεν ορίζουμε τη φύση μας. Όλοι όμως κρατάμε κρυμμένα μυστικά ή έχουμε ξεχωριστές, κρυφές πλευρές.

    Χτύπησε το κουδούνι της εξώπορτας. Μέχρι να βάλω το πάνω μέρος της φόρμας μου, το άκουσα να ξαναχτυπάει. Άνοιξα την πόρτα και έμεινα!

    «Μπέλλα;» ρώτησα σαν τη χαζή.

    «Αρετούλα μου, σ’ έπαιρνα τηλέφωνο, αλλά δεν τ’ άκουγες κι ήταν ανάγκη να σε δω», μυξόκλαψε πέφτοντας στην αγκαλιά μου και την ένιωσα να τσιτώνεται, καθώς κοίταξε πάνω από τον ώμο μου.

    «Αριστείδη;» την ακούω να απορεί και ήταν σαν να είδα τη σκηνή με τα μάτια της: Τον άντρα που επί δύο χρόνια συζούσε μαζί της, να βγαίνει από το μπάνιο μου με την πετσέτα τυλιγμένη γύρω από τη μέση του και τα μαλλιά του να στάζουν ακόμη νερά. «Τι κάνεις εσύ εδώ;»

    Άστραψε το βλέμμα της.

    «Μπέλλα μου, να σου εξηγήσω», πετάγομαι, πριν τα πράγματα παρεκτραπούν.

    «Να μου εξηγήσεις τι; Μάτια έχω και βλέπω!»

    «Αγάπη μου», τολμά να πει ο Αριστείδης.

    «Αγάπη μου; Αγάπη μου;»

    «Μπέλλα, ηρέμησε», προσπαθώ και πάλι.

    «Να ηρεμήσω; Τι εννοείς; Ήρεμη είμαι!»

    «Μπέλλα μου, δεν είν’ αυτό που νομίζεις», λέει ο Αριστείδης και τα κάνει σκατά με τη γνωστή ατάκα.

    «Δεν νομίζω τίποτα, αγάπη μου! Φως φανάρι είναι όλα!»

    «Μα, αυτό προσπαθώ να σου εξηγήσω».

    «Πιστεύεις ότι χρειάζεται εξήγηση;»

    «Μπέλλα, κάνεις λάθος», παρεμβαίνω σε μια ύστατη προσπάθεια.

    «Εσύ, μόκο! Ο κύριος από δω να μιλήσει!»

    «Μα σου εξήγησα, βρε αγάπη μου, δεν είν’ αυτό που νομίζεις».

    «Και τι είναι; Χάλασε η βρύση της Αρετής και πέρασες να της τη φτιάξεις;» ειρωνεύτηκε η Μπέλλα.

    «Σχεδόν! Ήμουν στη γειτονιά για μια δουλειά και όταν τέλειωσα, της τηλεφώνησα να πάμε για κανέναν καφέ εδώ κοντά κι εκείνη μου είπε ότι δεν μπορούσε γιατί πνιγόταν –στην κυριολεξία πνιγόταν–, επειδή είχε σπάσει η βρύση του μπάνιου της και είχε πλημμυρίσει».

    Αναρωτήθηκα αν το πίστεψε ή όχι.

    Η συγγραφέας μας φέρνει κοντά σε όσα άτομα αντιλαμβάνονται το φύλο τους διαφορετικά από το φύλο που τους προσδιορίστηκε κατά τη γέννησή τους. Στους γεννημένους στη ζώνη του γκρι, ούτε άσπρους, ούτε μαύρους. Στους τρανς.

    «Χαλάλι ο πόνος που πέρασα, χρόνια περίμενε ο νέος μου εαυτός για να βγει στο φως· η νέα μου εικόνα, αυτή που πλέον έβλεπα στον καθρέφτη, διόρθωσε εκείνο το μικρό λαθάκι που με είχε τόσο ταλαιπωρήσει».

    Σέβεται και διακρίνει ορθά τις λεπτές αόρατες γραμμές της ιδιαιτερότητας αυτής της κατάστασης, με στόχο να κατανοήσει όσο γίνεται περισσότερο την ψυχή τους. Ο Έλληνας, μάλλον, είναι ακόμα προκατειλημμένος απέναντί τους, τους θεωρεί αμαρτία ή κάτι ανήθικο, χλευάζει ή εμπαίζει καθετί διαφορετικό, χωρίς καν να μπει στον κόπο να ενημερωθεί γι’ αυτούς. Ποιος δικαιούται να κατακρίνει ή να μισεί ό, τι δεν κατανοεί;

    Συνηθισμένος ο Έρωτας μα σπάνια η Αγάπη… Εκείνη όμως πάντα θριαμβεύει στο τέλος, εκείνη αποτελεί την ανώτερη δύναμη στον κόσμο, γιατί ο κόσμος κινείται εξαιτίας της. Γιατί εκείνη είναι η υπεύθυνη για την ανθρώπινη δημιουργία, η ενέργεια που κολλάει τα πάντα μεταξύ τους.

    Πώς αγαπάει ένας πρώην άντρας; Είναι ίδια η αγάπη; Έχει διαφορά ο τρόπος αγάπης ενός άντρα και μιας γυναίκας;

    Δίπλα στην Αρετή δευτερεύοντες μα ελκυστικοί ήρωες, απλοί, σαν όλους μας, άνθρωποι. Ο Μπάμπης, η Ματούλα, ο Πάνος, η Μπέλλα, ο Αριστείδης, η Χριστίνα, η Άννα, ο Μήτσος. Ανάμεσα σε κρυφές αλήθειες κι ανατρεπόμενες ισορροπίες.

    Δεν ήταν πάντα έτσι ο Μπάμπης, αυτής της φιλοσοφίας. Ήθελε και να παντρευτεί και να κάνει παιδιά, αλλά ήθελε μια γυναίκα που να τη βλέπει και να ρουφάνε τα μάτια του ομορφιά, να έχει τσαγανό, να είναι ανεξάρτητη, να μην κρεμιέται πάνω του, να μη νιαουρίζει, να είναι έξυπνη και καπάτσα, να μπορεί να τον φέρνει βόλτα με τον τρόπο της και να της κάνει τα χατίρια, χωρίς εκείνη να τα απαιτεί, αλλά υπονοώντας τα.

    (…)

    Η Μπέλλα ήταν η καλύτερη περίπτωση γυναίκαςγια να παντρευτεί, αν δεν είχε συναντήσει την Αρετή. Η Μπέλλα θα γινόταν η σύζυγος που όλοι θα θαύμαζαν πλάι του και θα τον μακάριζαν για την καλή του τύχη, αν δεν είχε ερωτευθεί την Αρετή. Η Μπέλλα θα ήταν η μάνα των παιδιών του, αν εκείνο το βράδυ στο Κονιάκ δεν είχε αιχμαλωτιστεί από την Αρετή.

    Καρκίνος, ομοφυλοφιλία, σπασμένα καλούπια της φύσης, συγγένεια, φιλία, εγκυμοσύνη, απόπειρα αυτοκτονίας κι έρωτας… Σε σκηνικό παραπλάνησης, εξευτελισμού, απογοήτευσης, προδοσίας κι εξαπάτησης, στενομυαλιάς κι απόρριψης. Στο περιθώριο του μίσους.

    Στα δεκαπέντε μου, ο Σπύρος μ’ έδιωξε απ’ το σπίτι. Έλεγε ότι ήμουν η ντροπή της οικογένειας, η αιτία να μας κουτσομπολεύει η γειτονιά και όχι μόνο.

    (…)

    Αλλά κι εγώ δεν άντεχα άλλο εκεί μέσα· ακόμα κι αν ήξερα ότι όλα οδηγούσα στο πεζοδρόμιο, θα έφευγα. Εκεί αρχίζει η ζωή όλων εμάς των διαφορετικών και αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να βγάλεις γρήγορα λεφτά ώστε να εκπληρώσεις το όνειρό σου: το χειρουργείο -τη μετάβαση στο φύλο που κατά λάθος δεν γεννήθηκες και την επιβεβαίωση του πώς θέλεις να ζήσεις τη ζωή σου.

    Ο αναγνώστης μπλέκεται στα δίχτυα ενός ιδιαίτερου ερωτικού τριγώνου. Ο Αριστείδης, η Μπέλλα και η Αρετή, χωρίς να γνωρίζονται, πρωτοσυναντιούνται στο Κονιάκ. Η μοίρα αποφασίζει να παίξει, βάζοντάς τους να γνωριστούν. Ή να παραγνωριστούν. Ο γοητευτικός 40άρης, καταφερτζής, ευέλικτος και διορατικός Αριστείδης επιλέγει το αντικείμενο του πόθου του, αλλά χωρίς να υπολογίζει τον ξενοδόχο! Παράλληλα, η Μπέλλα και η Αρετή περιέργως γίνονται φίλες, αν και η μία ξέρει ότι είναι το τρίτο πρόσωπο. Αμφίδρομες δοκιμασίες σε όλες τις σχέσεις που δημιουργούνται, νεύρα, εντάσεις και άγνοια θα οδηγήσουν σε ακραίες συμπεριφορές και τα θύματα δεν θα λείψουν.

    Από τη μια η γλυκιά Αρετή των 35 Μαΐων, η συμπονετική, η ευαίσθητη μα και σκληρή, η καπάτσα μα και ευάλωτη κι απ’ την άλλη η -μάλλον αντιπαθής- Μπέλλα (πρώην Ευμορφία), ετών 33. Κοκέτα, μεγαλομανής, συμφεροντολόγα και φιλοχρήματη. Ένα ακόρεστο βαμπίρ χρήματος που πάντα παίρνει αυτό που εποφθαλμιά. Χωρίς ντροπή. Κάνει εντύπωση εξωτερικά, αποπνέοντας έναν αξιοζήλευτο αέρα, ενώ πατάει επί πτωμάτων για να ικανοποιήσει το εγώ της. Τελικά, παίρνει το μάθημά της, επειδή η ζωή έχει τα σχέδιά της και επιστρέφει στον καθένα αυτό που του αναλογεί.

    Η Χριστίνα έδινε την ψυχή της όταν δερνόταν το κορμί μου. Συνταίριαζε το κλάμα της με το δικό μου. Γινόταν ο κήπος μου τις μέρες τις κατσουφιασμένες. Με φώτιζε και με ζέσταινε σαν ήλιος. Μ’ έμαθε ν’ αντέχω. Με δίδαξε να συγχωρώ, γιατί η συγχώρεση των άλλων μας βοηθά να ξεπεράσουμε την πίκρα μας και να προχωρήσουμε χωρίς να ξανακοιτάξουμε πίσω.

    Πλάι στην εξαιρετική επιμέλεια του κυρίου Τζιτζικάκη, η Αγάπη Ντόκα επιλέγει μικρά κεφάλαια, με έξυπνους διαλόγους, τόσο που δεν καταλαβαίνεις πόσο γρήγορα γυρνάς τις σελίδες. Χειρίζεται ορθά τον λόγο, φτύνοντας κόσμια γυμνές αλήθειες, δύσκολες, που σε ματώνουν, αν και με χιούμορ. Ναι, τα λόγια μπορούν να σε ματώσουν. Πόση αιμορραγία αντέχει ο οργανισμός πριν στερέψει; Και κάπου εκεί εισχωρεί η ενσάρκωση του ονόματός της. Η Αγάπη. Που ακόμα ονειρεύεται ανιδιοτελώς. Που αλλάζει τα πάντα…

    Περίληψη: Η Αρετή είναι μια γυναίκα συνηθισμένη και ταυτόχρονα διαφορετική. Η Μπέλλα, φίλη της Αρετής, διψάει για χρήμα και κοινωνική καταξίωση. Ο Αριστείδης, ο Μπάμπης, η Ματούλα, η Χριστίνα, η Άννα και ο Σπύρος είναι οι κορνίζες στα κάδρα της ζωής των δύο γυναικών.

    Ποιο είναι το μυστικό που κρατούσε με νύχια και με δόντια μέχρι τώρα η Αρετή; Πώς έχει επηρεάσει όλη της τη ζωή; Γιατί τώρα που αποκαλύπτεται, ανατρέπει τις ζωές όλων;

    Μια ιστορία για σχέσεις συγγενικές, φιλικές, ερωτικές, που δείχνουν πως η αλήθεια είναι πάντα το κλειδί προς την ελευθερία και πως τα νυφικά δεν χρειάζεται να είναι πάντοτε λευκά.

    Στοιχεία βιβλίου

    Νυφικό σε χρώμα κονιάκΤίτλος: Νυφικό σε χρώμα κονιάκ

    Συγγραφέας: Αγάπη Ντόκα

    Εκδόσεις: Νήρον (Μόνικα Αλέξη)

    ISBN: 9786185523022

    Σελίδες: 488

    Ημερομηνία έκδοσης: 2021

    Υποστηρίξτε το blog μας με μία δωρεά, πατώντας εδώ

    ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

    εισάγετε το σχόλιό σας!
    παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ