Η Ειρήνη Παππά ήταν Ελληνίδα ηθοποιός με διεθνή σταδιοδρομία. Στη μακρόχρονη καριέρα της τιμήθηκε με ουκ ολίγα βραβεία και τίτλους.
Γράφει η Χαρά Δελλή
Σημαντικές στιγμές ήταν το 1995, οπότε έλαβε το παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο, το 2000, που αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Ρώμης, το 2002 που ανακηρύχθηκε «Γυναίκα της Ευρώπης». Επίσης, δέχτηκε τιμητική διάκριση από τον Πρόεδρο της Ιταλικής Δημοκρατίας Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, έχει τιμηθεί επίσης με το Βραβείο Ρώμη στο αρχαίο θέατρο της Όστια Αντίκα το 2008 και με τον Χρυσό Λέοντα της Μπιενάλε Θεάτρου Βενετίας το 2009.
Γεννημένη στις 3 Σεπτεμβρίου του 1926 ή του 1929 στο Χιλιομόδι Κορινθίας, ήταν το τέταρτο και τελευταίο κορίτσι της οικογένειας Λελέκου, όπου όλοι, πατέρας, μητέρα και θεία ήταν δάσκαλοι.
Έτσι, από τη μια μεγάλωσε δίπλα στη φύση και τις αφηγήσεις της γιαγιάς της, που, όπως έλεγε, ήταν σπουδαία παραμυθατζού, σαν τη μάνα της, και από την άλλη καθοριστική υπήρξε η επιρροή του πατέρα της, ο οποίος της εμφύσησε από νωρίς την αγάπη για την αρχαία ελληνική γραμματεία.
Ο ίδιος αρνήθηκε να γράψει τα παιδιά του στην ΕΟΝ, διατηρώντας ένα ελεύθερο πνεύμα, με βασικό στόχο και επιδίωξη να μορφώσει τις κόρες του μακριά από την αντίληψη ότι η μόνη προοπτική για τις γυναίκες ήταν να γίνουν νοικοκυρές.
Η ίδια είχε να λέει ότι αν για κάτι τον θυμόταν πάντα ήταν γιατί της δίδαξε την ασέβεια! Και ότι η μοναδική αριστοκρατία είναι εκείνη του πνεύματος.
Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της από την ηλικία των 15 ετών ως ραδιοφωνική παραγωγός, τραγουδίστρια και χορεύτρια σε διάφορες εκδηλώσεις. Παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, που τότε ονομαζόταν Εθνική Σχολή Κλασικού Θεάτρου με σπουδαίους δασκάλους.
Μαθήτρια του μεγάλου Ροντήρη αλλά και της Παξινού στη σχολή του Εθνικού, αρνιόταν να μπει σε καλούπια και να υποταχτεί στο «ψεύτικο», κατά τη γνώμη της, σύστημα υποκριτικής των μεγάλων τραγωδών της εποχής. Όταν, λοιπόν, ο Αλέκος Σακελλάριος της πρότεινε, τελειόφοιτη της δραματικής πια, να εμφανιστεί σε επιθεώρηση, δέχτηκε με μεγάλη χαρά, θεωρώντας ότι εκεί τουλάχιστον οι ηθοποιοί έπαιζαν και μιλούσαν σαν φυσιολογικοί άνθρωποι.
Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1948, στην επιθεώρηση των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου Άνθρωποι… Άνθρωποι, στη Λυρική Σκηνή, με τους σημαντικότερους ηθοποιούς της εποχής.
Στην αυτοβιογραφία του ο Αλέκος Σακελλάριος, γράφει ότι την πρωτοείδε στο Σύνταγμα και λόγω της εμφάνισής της, της ένδυσης και του περπατήματός της έμοιαζε σαν «ζωντανή Καρυάτιδα». Την παρουσίασε στον Φίνο και έπαιξε στην πρώτη της ταινία το 1948, που ήταν οι Χαμένοι άγγελοι του Νίκου Τσιφόρου.
Το 1951 έγινε γνωστή διεθνώς με την κοινωνική δραματική ταινία Νεκρή Πολιτεία της Φίνος Φιλμ, στον Μυστρά, που προβλήθηκε, αντιπροσωπεύοντας την Ελλάδα, στο Φεστιβάλ των Καννών.
Τότε, η Ευρώπη ανακάλυξε ένα νέο, ξεχωριστής ομορφιάς πρόσωπο και μια ιδιαίτερα εκφραστική ηθοποιό. Είχε μια δωρική κατατομή με αρχαιοελληνικά χαρακτηριστικά που δεν πέρασε απαρατήρητη, με αποτέλεσμα να την προσεγγίσουν Ιταλοί παραγωγοί, προτείνοντάς της ρόλους στη γειτονική χώρα. Μέσα απ’ τις ταινίες της, έγινε σύμβολο της ελληνικής ομορφιάς και της γυναικείας χειραφέτησης.
Τρεις από τις ταινίες στις οποίες η Ειρήνη Παππά πρωταγωνίστησε προτάθηκαν για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, με την γαλλόφωνη Ζ του Κώστα Γαβρά να το κατακτά, ενώ υποψήφιες υπήρξαν επίσης και δύο ελληνικές ταινίες, μεταφορές στην μεγάλη οθόνη αρχαίων τραγωδιών, η Ηλέκτρα και η Ιφιγένεια.
Η Ειρήνη Παππά συμμετείχε σε πολλές χολιγουντιανές παραγωγές, ενώ πρωταγωνίστησε και στο θέατρο Μπρόντγουεϊ το 1967.
Παντρεύτηκε το σκηνοθέτη και ηθοποιό Άλκη Παππά, απ’ τον οποίο χώρισε μετά από λίγα χρόνια αλλά κράτησε το επίθετό του ως το τέλος. Δεν απέκτησε παιδιά.